Η πίτα της Μέσης Ανατολής
Με την ματια της Κορινας Ζολλα
Στο Τελ Αβίβ μαζεύτηκαν –κυριολεκτικά ή μεταφορικά– πέντε ηγέτες που ορίζουν σήμερα μεγάλο μέρος της γεωπολιτικής σκακιέρας:
ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η Τζόρτζια Μελόνι και ο Εμανουέλ Μακρόν.
Όλοι με την ίδια ατζέντα — μόνο που κανείς δεν τη λέει ανοιχτά:
ποιο κομμάτι της πίτας θα πάρει στην επόμενη μέρα της Μέσης Ανατολής.
Γιατί πίσω από τις δηλώσεις περί ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας,
πίσω από τα χαμόγελα στις κάμερες και τα «ανθρώπινα στιγμιότυπα»,
εξελίσσεται ένα ψυχρό, ωμό παζάρι συμφερόντων.
Μια διαπραγμάτευση για το ποιος θα ελέγχει την ανοικοδόμηση, την ενέργεια, τις θαλάσσιες οδούς και –τελικά– την πολιτική επιρροή.
Ο Τραμπ και η “ειρήνη με κέρδος”
Ο Ντόναλντ Τραμπ επιστρέφει στο διεθνές προσκήνιο με τη μέθοδο που γνωρίζει καλύτερα: μέσω συμφωνιών.
Προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως τον μόνο που μπορεί να φέρει ειρήνη στην περιοχή —
μόνο που η «ειρήνη» του είναι επενδυτικό προϊόν.
Κάθε πακέτο ανοικοδόμησης, κάθε project ανασυγκρότησης, κάθε ενεργειακή γραμμή σημαίνει συμβόλαια δισεκατομμυρίων για εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων.
Η Ουάσιγκτον επανέρχεται έτσι στο παιχνίδι όχι μόνο πολιτικά, αλλά οικονομικά.
Ο Νετανιάχου σε λεπτή ισορροπία
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου βρίσκεται ίσως στην πιο δύσκολη φάση της πολιτικής του πορείας.
Αντιμετωπίζει εσωτερική αμφισβήτηση, διεθνή πίεση και την κόπωση μιας κοινωνίας που ζει σε πολεμική εγρήγορση.
Η συμμαχία με τον Τραμπ είναι, για εκείνον, σανίδα σωτηρίας — τουλάχιστον επικοινωνιακά.
Εμφανίζεται ξανά στο διεθνές κάδρο ως “αναγκαίος συνομιλητής”.
Αλλά γνωρίζει καλά ότι αν η ειρήνη γίνει πραγματικότητα χωρίς το Ισραήλ στο κέντρο, η πολιτική του επιβίωση τελειώνει.
Ο Ερντογάν, ο «ρυθμιστής» που δεν θέλει να λείπει
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κινείται με την ευελιξία ενός έμπειρου τακτικιστή.
Δηλώνει υπερασπιστής των Παλαιστινίων, αλλά συνομιλεί παράλληλα με όλους: ΗΠΑ, Ρωσία, Αίγυπτο, Κατάρ.
Όταν απείλησε να μην παρευρεθεί στη σύνοδο εάν προσκληθεί ο Νετανιάχου, δεν το έκανε για λόγους αρχής —
το έκανε για να επιβεβαιώσει ότι χωρίς την Τουρκία, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει.
Η Άγκυρα θέλει να είναι παρούσα σε κάθε τραπέζι:
στη διανομή έργων ανοικοδόμησης, στις θαλάσσιες οδούς, στα ενεργειακά projects της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Ευρώπη με χαμόγελα και επιφυλάξεις
Η Ιταλίδα Τζόρτζια Μελόνι και ο Γάλλος Εμανουέλ Μακρόν προσπαθούν να επαναφέρουν την Ευρώπη στο κάδρο.
Μετά από χρόνια αδράνειας, η ΕΕ επιχειρεί να δείξει ότι μπορεί να έχει ρόλο μεσολαβητή και επενδυτή.
Όμως η πραγματικότητα είναι πως το ευρωπαϊκό «όραμα ειρήνης» μένει περισσότερο στις διακηρύξεις.
Η Μελόνι ποντάρει στην ενίσχυση του ιταλικού ρόλου στη Μεσόγειο,
ενώ ο Μακρόν προσπαθεί να διατηρήσει τη Γαλλία ως διπλωματική δύναμη κύρους, την ώρα που στο εσωτερικό του χάνει έδαφος.
Μέσα σε όλα αυτά, η Ευρώπη μοιάζει να παλεύει περισσότερο για να αποδείξει ότι υπάρχει,
παρά για να επηρεάσει ουσιαστικά τις εξελίξεις.
Η ειρήνη ως προϊόν και η πίτα των συμφερόντων
Όλοι μιλούν για ειρήνη, αλλά όλοι τη μετράνε με το βλέμμα στο τραπέζι.
Η ειρήνη έχει μετατραπεί σε εμπορικό πακέτο:
όποιος τη φέρει, θα κερδίσει κύρος και πρόσβαση.
Όποιος αποκλειστεί, θα χάσει επιρροή και μερίδιο.
Ακόμη και η ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων περιοχών της Γάζας αντιμετωπίζεται ως «επενδυτική ευκαιρία».
Ο πόλεμος, με τραγικό τρόπο, γίνεται πηγή πλούτου για άλλους.
Κι όσο υπάρχει ένταση, υπάρχει και ανάγκη για “μεσολαβητές”.
Κανείς δεν βιάζεται να τερματίσει οριστικά τη σύγκρουση, γιατί η αστάθεια συντηρεί ρόλους, επιρροές, συμφωνίες.
Και η Ελλάδα;
Η Ελλάδα, αν και δεν βρίσκεται στο επίκεντρο, δεν είναι αμέτοχη.
Η γεωγραφία και οι συμμαχίες της τη συνδέουν άμεσα με το πλέγμα συμφερόντων της Ανατολικής Μεσογείου.
Από τη μια, η Αθήνα έχει εδραιώσει μια στενή στρατηγική σχέση με το Ισραήλ — τόσο σε θέματα άμυνας όσο και ενέργειας.
Η συνεργασία στους αγωγούς, η συνεκπαίδευση των ενόπλων δυνάμεων, αλλά και η ανταλλαγή τεχνογνωσίας στην άμυνα,
την καθιστούν προνομιακό εταίρο της ισραηλινής πλευράς.
Από την άλλη, η Ελλάδα παρακολουθεί προσεκτικά την τουρκική κινητικότητα,
ιδίως τις προσπάθειες της Άγκυρας να επανασυστήσει ρόλο “ενεργειακού κόμβου”.
Κάθε τουρκική πρωτοβουλία στη Γάζα, στη Λιβύη ή στα θαλάσσια όρια της Ανατολικής Μεσογείου,
επηρεάζει άμεσα τα ελληνικά σχέδια για ΑΟΖ και ενεργειακές διαδρομές.
Την ίδια στιγμή, η Αθήνα στηρίζει σταθερά την ευρωπαϊκή γραμμή,
επιλέγοντας τη διπλωματική ισορροπία αντί της προβολής ισχύος.
Επιδιώκει ρόλο γέφυρας — μετριοπαθούς φωνής που μπορεί να συνομιλεί με όλους,
χωρίς όμως να διαθέτει την οικονομική ή στρατιωτική βαρύτητα για να επιβάλει αποφάσεις.
Η πραγματική πρόκληση για την Ελλάδα είναι να μη μείνει θεατής.
Αν περιοριστεί μόνο στη ρητορική στήριξης,
κινδυνεύει να βρεθεί εκτός ενεργειακού και διπλωματικού παιχνιδιού την ώρα που οι υπόλοιποι μοιράζουν επιρροή.
Αντίθετα, μια πιο έξυπνη στρατηγική — με συμμετοχή σε περιφερειακά σχήματα, ρεαλιστικές ενεργειακές συνεργασίες και διαύλους με όλες τις πλευρές —
θα μπορούσε να της εξασφαλίσει ρόλο, έστω και μικρό, στο νέο χάρτη που διαμορφώνεται.
Το τελικό συμπέρασμα
Η εικόνα του Τελ Αβίβ δεν είναι μια “στιγμή ειρήνης”.
Είναι μια αναδιανομή ισχύος.
Οι ηγέτες χαμογελούν, φωτογραφίζονται, μιλούν για σταθερότητα —
αλλά στην πραγματικότητα χαράζουν γραμμές επιρροής.
Η ειρήνη έχει γίνει νόμισμα.
Και η πίτα της Μέσης Ανατολής είναι μεγάλη, πλούσια και διεκδικήσιμη.
Η Ελλάδα οφείλει να διαλέξει προσεκτικά τη θέση της στο τραπέζι —
όχι μόνο ως παρατηρητής, αλλά ως παίκτης που, μετρημένα, μπορεί να προστατέψει τα δικά της συμφέροντα σε μια γειτονιά που ποτέ δεν κοιμάται




