Όλο και πιο… βαθιά το χέρι στην τσέπη για αγορά των αναγκαίων φαρμάκων!
Κινδυνεύουν να γίνουν είδος πολυτελείας για τους ασφαλισμένους
Το μεγάλο πρόβλημα είναι οι ασφαλιστικές τιμές τονίζουν στην Χαλκιδική και εξηγούν πώς το Κράτος επιχειρεί να μειώσει τις δαπάνες του ΕΟΠΥΥ μεταφέροντας το κόστος στον ασθενή
Μία ζωή ασφαλιστικές εισφορές πληρώνουν οι πολίτες στο Κράτος προκειμένου να απολαμβάνουν ως ανταπόδοση συγκεκριμένα κοινωνικά αγαθά. Ένα από αυτά είναι η κάλυψη σε μεγάλο ποσοστό του κόστους των φαρμάκων που κάποια στιγμή στη ζωή τους αναπόφευκτα θα χρειαστούν.
Ωστόσο κι αυτό το αγαθό τελευταία μοιάζει όλο και λιγότερο δεδομένο με τις απανωτές αυξήσεις τιμών στα μη συνταγογραφούμενα σκευάσματα από τις εταιρίες που τα παράγουν, αλλά και με εκείνες που καθιερώθηκαν αυτές τις ημέρες από το Κράτος και σε εκατοντάδες συνταγογραφούμενα. Το ουσιαστικό πρόβλημα ωστόσο δεν είναι στα φτηνά φάρμακα, ακόμη και αν διπλασιάστηκαν οι τιμές τους, καθώς η επιβάρυνση είναι μικρή. Εκεί που υπάρχει πραγματικό θέμα είναι στα ακριβά σκευάσματα, οι ασφαλιστικές τιμές των οποίων άλλαξαν, όπως τονίζουν με έμφαση φαρμακοποιοί από την περιοχή της Χαλκιδικής.
Ο στόχος του υπουργείου Υγείας είναι προφανής. Επιδιώκει να μειώσει τις δαπάνες του ΕΟΠΥΥ. Ωστόσο, εκείνο που πρέπει να μετράει πρώτα και πάνω απ’ όλα είναι οι ασφαλισμένοι οι οποίοι, αν συνεχιστεί αυτή η πορεία, σύντομα δε θα είναι σε θέση να προμηθεύονται τα απαραίτητα γι’ αυτούς φάρμακα.
Αυξήθηκαν τα φτηνά
Σε περισσότερα από 850 σκευάσματα αυξήθηκαν οι τιμές τις τελευταίες ημέρες όπως διαπίστωσαν όσοι πολίτες επισκέφθηκαν το φαρμακείο τους. Σε πολλές περιπτώσεις οι αυξήσεις αυτές διπλασιάζουν την τιμή των φαρμάκων, όμως αυτό ισχύει κυρίως σε όσα ήταν μέχρι σήμερα πολύ φτηνά, με αποτέλεσμα ουσιαστικά η επιβάρυνση να είναι μικρή για τον ασθενή. Αυτό συμβαίνει, επειδή δεν συμφέρει τις εταιρίες παραγωγής να κυκλοφορούν σκευάσματα φθηνότερα ακόμη και από τις τσίχλες (!) και χωρίς αυξήσεις στις τιμές θα κινδύνευε να σταματήσει η παραγωγή τους, αφού δεν βγάζουν κέρδος. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν φάρμακα όπως το ευρέως διαδεδομένο Algofren που από τα 1,70 πήγε στα 2,95 ευρώ, το Salospir που από τα 1,17 πήγε στα 2,08 ευρώ, και το Τavor που από 1 ευρώ έφτασε στα 2,19.
Ξεχωριστή κατηγορία
«Δεν είναι επομένως τόσο περίεργη η αύξηση των πολύ φθηνών σκευασμάτων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαστε υπέρ των εταιριών παραγωγής τους», διευκρινίζουν φαρμακοποιοί, προσθέτοντας πως οι τιμές των φαρμάκων αυτών παρέμειναν σταθερές για 14 χρόνια περίπου.
Κάτι φυσικά που δεν ισχύει για τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, τα οποία αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία. Οι τιμές σ’ αυτά καθορίζονται αποκλειστικά από τις εταιρίες που τα παράγουν. Εδώ έχουν παρατηρηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και τέσσερις αυξήσεις μέσα σε έναν χρόνο, όμως δεν μπορεί να παρέμβει κανείς για να μπει φρένο.
Σημαντική επιβάρυνση
Πλην των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων, εκεί που εντοπίζεται πραγματικά το πρόβλημα, το οποίο οδηγεί σε σοβαρή οικονομική επιβάρυνση των ασθενών, είναι στα συνταγογραφούμενα σκευάσματα που έχουν υψηλή αρχική τιμή.
Μέχρι πρόσφατα ένα φάρμακο με κόστος 60 ευρώ, για παράδειγμα, δικαιολογούνταν στο σύνολό του από τον ΕΠΟΠΥΥ. Έτσι, ο ασθενής πλήρωνε ποσοστό συμμετοχής 25%, δηλαδή αυτό του κόστιζε 15 ευρώ. Πλέον το Κράτος δεν δικαιολογεί όλη την ασφαλιστική τιμή αλλά μικρότερο ποσό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δικαιολογεί 40 ευρώ από τα 60, με αποτέλεσμα ο ασφαλισμένος να πληρώνει 15 ευρώ παραπάνω γι’ αυτό απ’ ό,τι πλήρωνε πριν.
«Δεν εμπλεκόμαστε…»
Συχνά οι πολίτες ρίχνουν το φταίξιμο για τις ακριβότερες τιμές των σκευασμάτων στους φαρμακοποιούς, οι οποίοι ωστόσο δεν εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαδικασία, αφού οι ίδιοι δεν έχουν αρμοδιότητα να καθορίζουν τιμές, ούτε βάζουν περισσότερα χρήματα στο ταμείο τους από τις ανατιμήσεις.
«Για μένα ως φαρμακοποιό δεν αλλάζει κάτι. Είτε πάρω τα χρήματα για το φάρμακο που πουλάω από το Κράτος είτε από τον ασθενή, το ίδιο ποσό θα πάρω. Απλά ο ασφαλισμένος πληρώνει παραπάνω σε σχέση με ό,τι έδινε πριν», διευκρινίζει φαρμακοποιός από τον Πολύγυρο και προσθέτει: «Εμείς δεν αλλάζουμε τιμές, κάνουμε απλώς τη δουλειά μας και εκτελούμε τις διαταγές που παίρνουμε από το κράτος». Σημειώνει δε ότι ο πολίτης πληρώνει πλέον διαφορά όχι μόνο για τα πρωτότυπα, αλλά και για τα γενόσημα σκευάσματα.
Οι ασφαλιστικές τιμές
«Το ουσιαστικό πρόβλημα είναι στις ασφαλιστικές τιμές και όχι στις τιμές των φαρμάκων», τονίζει φαρμακοποιός από τα Νέα Μουδανιά και φέρνει ως παράδειγμα το διαδεδομένο αντιθρομβωτικό σκεύασμα Xarelto. Η τιμή του είναι 67 ευρώ. Οι ασφαλισμένοι πλήρωναν μέχρι πρόσφατα συμμετοχή 17 ευρώ περίπου. Πλέον όμως έχουν φτάσει να πληρώνουν 32 ευρώ για τον ένα κωδικό και 40 για τον άλλο. Πρόκειται για σημαντική οικονομική επιβάρυνση για τον ασφαλισμένο χωρίς όμως να έχει αλλάξει η τιμή του φαρμάκου.
«Οι ασφαλιστικές τιμές μπορεί να αλλάζουν διαρκώς, κάθε εβδομάδα και να μην το αντιλαμβάνεται ούτε ο πολίτης ούτε εμείς οι φαρμακοποιοί, καθώς δεν βγαίνει δελτίο τιμών για το τι δικαιολογεί το κράτος», τονίζει με έμφαση.
Μετακύληση κόστους
Γιατί όμως το Κράτος αλλάζει τις ασφαλιστικές τιμές στα φαρμακευτικά σκευάσματα; Επειδή στόχος του σταθερά, από την έναρξη της εποχής των μνημονίων και μετά, είναι να μειωθούν οι δαπάνες του ΕΟΠΥΥ μετακυλύοντας το κόστος αυτό ουσιαστικά στους ώμους των ασφαλισμένων, οι οποίοι πληρώνουν περισσότερα χρήματα για τα ίδια φάρμακα.
Παρόλα αυτά ούτε έτσι ελαφρύνεται σημαντικά ο ΕΟΠΥΥ, καθώς το μεγαλύτερο κόστος που επωμίζεται είναι από τα νοσοκομειακά φάρμακα, τα οποία καλύπτουν το 70% του συνολικού προϋπολογισμού του. Γι’ αυτό, όπως σημειώνει ο κ. Δουβανάς, το οικονομικό όφελος για το Κράτος θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αν έπεφταν τα νοσοκομειακά σκευάσματα.