«Έχασα τον Φάρο της ζωής μου!»

Καλησπέρα σας. Περνάω κατευθείαν στο θέμα, καθώς είναι κάτι που με έχει αναστατώσει πάρα πολύ, εδώ και τέσσερις μήνες. Έχει να κάνει με την ξαφνική απώλεια του πατέρα μου, στα 64 χρόνια του και ενώ ήταν τελείως υγιής και σε πολύ καλή φυσική κατάσταση. Συνέβη, μόλις μερικούς μήνες μετά από την συνταξιοδότησή του και τέσσερα χρόνια μετά από την απώλεια της μητέρας μου, η οποία ήταν ήδη πολύ οδυνηρή για όλη την οικογένειά μας (έχω μία αδελφή κι έναν μικρότερο αδελφό). Η απώλεια της μητέρας μου, μου είχε προκαλέσει επίσης πολύ μεγάλο πόνο, αλλά το γεγονός ότι υπέφερε αρκετά τους τελευταίους μήνες (είχε καρκίνο), με είχε κάνει να δω τον θάνατό της περισσότερο ως λύτρωση. Τώρα δεν μπορώ να πω το ίδιο για τον πατέρα μου, καθώς ήταν γεμάτος πάθος για τη ζωή και ήταν για όλους μας ένα υπόδειγμα αισιόδοξου ανθρώπου που ήξερε να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες, αλλά και να δημιουργεί χαρά τριγύρω του. Σκέφτομαι ότι δεν θα είναι μαζί μας στη γέννηση του μωρού που περιμένουμε με τη γυναίκα μου και δακρύζω. Όλες αυτές τις μέρες έχω ακούσει πολλά παρηγορητικά λόγια από φίλους και γνωστούς, αλλά η εικόνα του πατέρα μου και η σκέψη ότι θα μπορούσε να ζήσει πολλές ακόμη δεκαετίες, ευτυχισμένος δίπλα μας, δεν φεύγουν με τίποτα απ’ το μυαλό μου. Η αδερφή μου, μου λέει συνεχώς ότι είμαστε πολύ τυχεροί που είχαμε έναν τόσο άξιο και καλό πατέρα και έχουμε να θυμόμαστε πολλές όμορφες στιγμές μαζί του. Πάλι όμως, δεν νιώθω καμία ανακούφιση. Είχα συνηθίσει να συζητάω κάθε μέρα μαζί του, όχι μόνο για το πως περνάω στη ζωή μου και με την οικογένειά μου, αλλά και για την πολιτική και το ποδόσφαιρο και την αγαπημένη μας ομάδα. Έτσι, νιώθω ένα πολύ μεγάλο κενό μέσα μου. Σκέφτομαι ότι είμαι αρκετά μεγάλος για να με στεναχωρήσει τόσο πολύ η απώλεια του πατέρα μου αλλά, από την άλλη, έτσι νιώθω και ίσως κάνει πιο βαθύ τον πόνο το γεγονός ότι έχω περάσει τόσες πολλές ώρες μαζί του και έχουμε κάνει τόσα πολλά πράγματα μαζί. Νιώθω έναν ανεξήγητο φόβο για το μέλλον. Σαν να είμαι σ’ ένα πλοίο που έχει σπάσει το τιμόνι και πλέει ανεξέλεγκτα σ’ ένα αγριεμένο πέλαγος. Θα μου πείτε, τόσο έντονη και μεγάλη απελπισία νιώθεις; Έχεις τη δουλειά σου (είμαι εργαστηριακός συνεργάτης σε Πανεπιστήμιο), τη γυναίκα σου που είναι δίπλα σου και σε στηρίζει, περιμένετε το πρώτο σας παιδί και νιώθεις τόσο αρνητικά αισθήματα, αντί για ελπίδα και αισιοδοξία; Η σύζυγός μου, μου τονίζει ακριβώς αυτό. Ότι αν ζούσε ο πατέρας μου, θα μου έλεγε ότι χρειάζεται να φανώ δυνατός και κυρίως υπεύθυνος απέναντι στην οικογένειά μου, τη δουλειά μου και το παιδί μου που πρόκειται σύντομα να έρθει στον κόσμο. Όπως μου λένε οι φίλοι μου, όταν με το καλό γεννηθεί το μωρό που περιμένουμε, δεν θα προλαβαίνω να σκεφτώ τίποτα, είτε αρνητικό είτε θετικό. Όμως, πάλι νιώθω αυτό το κενό μέσα μου και ακόμη μία συμπάθεια για όλα τα παιδιά που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν ορφανά, χωρίς αυτόν τον πολύτομο «φάρο» που είναι οι γονείς μας, μέσα από τα λόγια τους, τις πράξεις τους και τη φροντίδα τους. Το ξέρω ότι δεν υπάρχει κανένας τρόπος για να επιστρέψει ο πατέρας μου στη ζωή και, μάλλον, δεν υπάρχει κάποια ειδική κουβέντα για να νιώσω καλύτερα. Φαντάζομαι ότι χρειάζεται χρόνος. Όμως, σας ευχαριστώ για αυτήν τη δυνατότητα να μοιραστώ τις σκέψεις μου μαζί σας. Ήδη ένιωσα καλύτερα γράφοντας αυτές τις γραμμές. Ευχαριστώ!
(Αντώνης, 35χρόνων)
Αγαπητέ μου Αντώνη,
Διάβασα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον την επιστολή σου στην οποία αποτυπώνεις πολλές σημαντικές ψυχολογικές αλήθειες. Η απώλεια των γονιών είναι μία δύσκολη εμπειρία ανεξάρτητα από την ηλικία που έχουμε, όσο ζούνε οι γονείς αποτελούν για εμάς ένα σημαντικό στήριγμα και, συχνά, μία ανεξάντλητη πηγή άντλησης ελπίδας και πίστης για να αντιμετωπίζουμε τις καθημερινές δυσκολίες της ζωής και, ναι, ο χρόνος βοηθάει πάντοτε στο να ξεπεράσουμε μία δύσκολη ψυχολογική κατάσταση. Βεβαίως, για να βγούμε ενδυναμωμένοι μέσα από μία περίοδο έντονης ψυχολογικής αναστάτωσης, χρειάζεται να επεξεργαστούμε επαρκώς τα θέματα που μας ταλαιπωρούν. Και, σχεδόν πάντα, τα θέματα αυτά αγγίζουν κάποια κεφαλαιώδη υπαρξιακά ζητήματα στη ζωή μας, όπως ο η ανάγκη για ανάληψη της ευθύνης των επιλογών μας, ο θάνατος ως μία βέβαιη προοπτική για όλους μας, το νόημα ζωής που αναζητούμε μέσα από την καθημερινή μας δράση και, ακόμη, αυτό το βαθύ αίσθημα μοναχικότητας που νιώθουμε στιγμές-στιγμές όλοι μας. Έτσι, με αφορμή ένα δραματικό γεγονός ή μία απρόσμενη ανατροπή στη ζωή μας, συνήθως «ξυπνάνε» μέσα μας αυτά τα μεγάλα και σημαντικά υπαρξιακά ζητήματα τα οποία χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε με μία κάποια ψυχραιμία και νηφαλιότητα. Αν και υπάρχουν μερικές γενικές κατευθύνσεις, ο κάθε ένας χρειάζεται να εστιάσει στον εαυτό του και στις ειδικότερες συνθήκες της ζωής του οπότε, με βάση τα πραγματικά δεδομένα της ύπαρξής του, να αποφασίσει πως θέλει να «είναι» στη ζωή του και πως θέλει να «ζει» τη ζωή του. Η απάντηση στα δύο αυτά ερωτήματα είναι ίσως και το «φως» ενός φάρου που αναζητείς, μετά από την θλιβερή απώλεια του πατέρα σου.
Θα προσπαθήσω όμως να είμαι περισσότερο πρακτικός. Μέσα από την περιγραφή της σχέσης που είχες με τον πατέρα σου, καταλαβαίνω ότι είχατε συχνή επικοινωνία και ένα είδος φιλίας. Περνούσατε σε καθημερινή βάση αρκετές ώρες οι οποίες μάλιστα φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα ευχάριστες και μοναδικές. Με την απώλεια του πατέρα σου λοιπόν, χρειάζεται ν’ αναζητήσεις έναν τρόπο αναπλήρωσης αυτής της αγαπημένης συνήθειας. Αν και ο ερχομός του μωρού στην οικογένειά σου, όπως πολύ εύστοχα επισήμαναν οι φίλοι σου, θα δημιουργήσει πολλές νέες ανάγκες για τις οποίες θα χρειάζεται να αφιερώσεις χρόνο από το καθημερινό σου πρόγραμμα, θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι θα νιώθεις επίσης την ανάγκη για κοινωνικές επαφές με πρόσωπα εκτός του στενού οικογενειακού σου περιβάλλοντος, όπως είναι οι φίλοι μας. Μια και τους αναφέρεις στην επιστολή σου, θεωρώ πολύ πιθανό να μπορέσεις να αναπτύξεις και να επεκτείνεις μαζί τους τη σχέση σας, αναζητώντας ένα μεγαλύτερο βάθος και ποιότητα, αλλά και κάποιες στιγμές ξεγνοιασιάς και χαλάρωσης που όλοι μας έχουμε ανάγκη. Μέσα από την εμπειρία μου, έχω διαπιστώσει ότι όταν τα πρόσωπα νιώθουν έντονα συναισθήματα και ιδίως θλίψη ή απογοήτευση, έχουν την τάση να αποφεύγουν τις κοινωνικές επαφές. Αυτό όμως, μπορεί να δημιουργήσει έναν «φαύλο» κύκλο εσωστρέφειας και απομόνωσης επιδεινώνοντας την ψυχολογική μας κατάσταση. Οπότε, έχω να πω ότι όταν δεν νιώθουμε στα “hi” μας, που λένε, είναι ακριβώς η στιγμή για να βρεθούμε με πρόσωπα που εμπιστευόμαστε και θεωρούμε ότι μοιραζόμαστε κάποια κοινά ενδιαφέροντα μαζί τους. Αντί για μία αντικαταθλιπτική αγωγή που πολλοί χρησιμοποιούν άκριτα, μπορούμε να αναζητήσουμε έναν καλό φίλο και να τον καλέσουμε στο σπίτι μας ή να βρεθούμε έξω για καφέ (είναι καλή πρακτική, όταν έχουμε αρνητική διάθεση, ν’ αποφεύγουμε το αλκοόλ). Η ανθρώπινη επαφή βοηθάει πάντοτε να παραμείνουμε εντός πραγματικότητας και να έχουμε πιο ρεαλιστικές προσδοκίες για τη ζωή μας. Συζητώντας με άλλα πρόσωπα τα βιώματα και τις αγωνίες μας, είναι εύκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι όλοι μας μοιραζόμαστε παρόμοιες δυσκολίες στη ζωή, αν και σε διαφορετικό βαθμό και, οπωσδήποτε, με διαφορετικά μέσα και δίκτυα υποστήριξης για την αντιμετώπισή τους. Η ζωή έχει πολλές στιγμές χαράς και ευφορίας αλλά, κάποιες φορές, συμβαίνουν στη ζωή μας γεγονότα που μας «κόβουν» το γέλιο και τότε χρειάζεται να βρούμε την αντοχή και τη δύναμη ώστε να τα ξεπεράσουμε το συντομότερο δυνατό και, αν είναι δυνατό, μ’ έναν τρόπο ώστε, μέσα από την κρίση, να βγούμε ενδυναμωμένοι. Έτσι, η απώλεια των γονιών μας, μας βάζει αναπόφευκτα απέναντι στην ανάγκη ν’ αναλάβουμε εξ ολοκλήρου την ευθύνη της ζωής μας. Δυστυχώς, για πολλούς από εμάς, οι γονείς είναι τα βολικά πρόσωπα για να ξεφορτωνόμαστε την ευθύνη δικών μας αστοχιών ή προβλημάτων που χρειάζεται να διαχειριστούμε προσωπικά («οι γονείς μου δεν με στήριξαν να κάνω τις σπουδές που ήθελα, δεν μου έδωσαν χρήματα για να ξεκινήσω την επιχείρηση που ήθελα, δεν με βοηθάνε με τη φροντίδα των παιδιών…»). Όμως, βλέποντας τη ζωή μας πλέον χωρίς τους γονείς μας, που μπορεί να είναι ένα είδος μίας νέας αφετηρίας, έχουμε τη δυνατότητα να δούμε τη ζωή και τον κόσμο μας με μία νέα ματιά. Το να νιώθουμε και να αναλαμβάνουμε ευχαρίστως μεγαλύτερη ευθύνη για τις επιλογές μας, είναι ένα στοιχείο μεγαλύτερης αυτοκυριαρχίας και αυτονομίας στη ζωή μας. Επίσης, αναπτύσσοντας τα κοινωνικά μας δίκτυα και επενδύοντας περισσότερο στις προσωπικές μας σχέσεις, έχουμε τη δυνατότητα να μειώσουμε το αίσθημα της μοναχικότητας που μπορεί να νιώθουμε. Μέσα από μία απώλεια λοιπόν, μπορούμε ν’ αναζητήσουμε έναν νέο δρόμο που, όσο προκλητικός κι αν μοιάζει, μπορεί να μας προσφέρει νέες εμπειρίες, συγκινήσεις και προορισμούς που αξίζει να επισκεφτούμε.